$(document).ready(function(){$.fn.snow({minSize:10, maxSize:50, newOn:400, flakeColor: '#FFFFFF'});});

και οι βελόνες τίκι τάκα τριγυρίζουνε στη πλάκα


clock-desktop.com

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

"Όταν ήταν μικρό και σε απόσταση ενός αγγίγματος,
το κάλυπτα από το κρύο με κουβέρτες!
Αλλά τώρα που μεγάλωσε και είναι μακριά,
διπλώνω τα χέρια μου και τα καλύπτω με την προσευχή..."

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016



Στίχοι:  

Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική:  
Δημήτρης Λάγιος



Όμορφη και παράξενη πατρίδα
ω σαν αυτή που μου `λαχε δεν είδα

Ρίχνει να πιάσει ψάρια πιάνει φτερωτά
στήνει στην γη καράβι κήπο στα νερά
κλαίει φιλεί το χώμα ξενιτεύεται
μένει στους πέντε δρόμους αντρειεύεται

Όμορφη και παράξενη πατρίδα
ω σαν αυτή που μου `λαχε δεν είδα

Κάνει να πάρει πέτρα την επαρατά
κάνει να τη σκαλίσει βγάνει θάματα
μπαίνει σ’ ένα βαρκάκι πιάνει ωκεανούς
ξεσηκωμούς γυρεύει θέλει τύρρανους

Όμορφη και παράξενη πατρίδα
ω σαν αυτή που μου `λαχε δεν είδα

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

ΚΡΥΦΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

skoleiokryfo᾽Απ’ ἔξω μαυροφόρ’ ἀπελπισιά,
πικρῆς σκλαβιᾶς χειροπιαστό σκοτάδι
καί μὲσα στή θολόχτιστη ἐκκλησιὰ
(στήν ἐκκλησιά, ποὺ παίρνει κάθε βράδυ
τήν ὄψη τοῦ σχολειοῦ)
τὸ φοβισμένο φῶς τοῦ καντηλιοῦ
τρεμάμενο τά ὄνειρα τα ἀναδεύει
καί γύρω τὰ σκλαβόπουλα μαζεύει.
᾽Εκεῖ καταδιωγμένη κατοικεῖ
τοῦ σκλάβου ἡ ἁλυσόδετη πατρίδα·
βραχνὰ ὁ παπὰς ὁ δάσκαλος ἐκεῖ
θεριεύει τὴν ἀποσταμένη έλπίδα
μὲ λόγια μαγικά˙
ἐκεῖ ἡ ψυχὴ πικρότερο ἀγρικᾶ
τὸν πόνο τῆς σκλαβιᾶς, της, ἐκεῖ βλέπει
τί ἔχασε, τί ἔχει, τί της πρέπει.
Κι ἀπ’ τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ψηλά,
ποὺ ἐβούβανε τὰ στὸματα τῶν πλάνων
καὶ ρίχνει καὶ συντρίβει καί κυλᾶ
στὴν ἄβυσσο τοὺς θρόνους τῶν τυράννων
κι ἀπὸ τή σιγαλιά,
πού δένει στό λαιμὸ πνιγμοῦ θηλειὰ
κι ἀπ’ τῶν προγόνων τ’ ἄφθαρτα βιβλία,
πού δείχνουν τα πανάρχαια μεγαλεῖα.
῞Ενας ψαλμός ἀκούγεται βαθὺς
σὲ μελωδίες ἑνὸς κόσμου ἄλλου
κι ἀνατριχιάζει ἀκούοντας καθείς
προφητικὰ τά λόγια τοῦ δασκάλου
μὲ μιά φωνή βαριά:
«Μὴ σκιάζεστε στὰ σκότη. ῾Η λευτεριά,
σὰ τῆς αὐγῆς τὸ φεγγοβόλο ἀστέρι,
τῆς νύχτας τό ξημέρωμα θα φέρει
Ἰωάννης Πολέμης

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Ὁ Ματρόζος

Ἕνας Σπετσιώτης γέροντας, σκυφτὸς ἀπὸ τὰ χρόνια,
μὲ κάτασπρα μακριὰ μαλλιά, μὲ πύρινη ματιά,
σὰν πλάτανος θεόρατος γυρμένος ἀπ᾿ τὰ χιόνια,
περνοῦσε πάντα στὸ νησὶ τὰ μαῦρα γηρατειά.
Εἶναι ἀπὸ κείνη τὴ γενιὰ κι ὁ γερο-καπετάνος
ποὺ ἀκόμα καὶ στὸν ὕπνο του τὴν ἔτρεμε ὁ Σουλτάνος.
Εἶναι ἀπὸ κείνους ποὺ ἔχυσαν τὸ ἀθάνατό τους αἷμα,
ἀπὸ τοὺς χίλιους ποὺ ἔβγαλες, πατρίδα μου χρυσή,
εἶναι ἀπὸ κείνους ποὺ ἔβαλαν στὴν κεφαλή σου στέμμα
καὶ ἄγνωστοι σβηστήκανε στὸ δοξαστὸ νησί.
Εἶχες ἀστέρια ὁλόλαμπρα στὸν οὐρανό σου κι ἄλλα,
μὰ ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἔλαμψαν ἤσανε πιὸ μεγάλα.
Σὰν ἔγραψαν μὲ τὸ δαυλὸ τῆς ἱστορίας μόνοι,
χωρὶς γι᾿ αὐτοὺς τοὺς ἥρωες μία λέξη αὐτὴ νὰ πεῖ,
μὲ τὴν πληγή τους γιὰ σταυρὸ κι ἀτίμητο γαλόνι,
ἄλλοι στὰ δίχτυα ἐγύριζαν καὶ ἄλλοι στὸ κουπί.
Κι οἱ στολοκάφτες τῶν Σπετσῶν, τ᾿ ἀτρόμητα λιοντάρια,
μὲ τὶς βαρκοῦλες ἔπιαναν στὸ περιγιάλι ψάρια.
Ὁ γέρος μας παράπονο ποτὲ δὲ λέει κανένα,
μὰ καπετάνους σὰν ἰδεῖ μὲς στὰ βασιλικά,
ἐκείνους πού ῾χε ναῦτες του μὲ μάτια βουρκωμένα
στὰ περασμένα ἐγύριζε καὶ στὰ πυρπολικά,
καὶ ξαπλωμένος δίπλα μου, μοῦ ῾λεγε ἐκεῖ στὴν ἄμμο
πόσα καράβια ἐκάψανε στὴν Τένεδο, στὴ Σάμο.
«Παιδί μου, τώρα ἐγέρασα, παιδί μου θ᾿ ἀποθάνω»,
στὸ τέλος πάντα μοῦ ῾λεγε μ᾿ ἕν᾿ ἀναστεναγμό,
«Ἕνας Ματρόζος δὲν μπορεῖ νὰ κάνει τὸ ζητιάνο,
μὰ νὰ βαστάξω δὲν μπορῶ τῆς πείνας τὸν καημό.
Κλαίω ποὺ ἀφήνω τὸ νησί, θὰ πάω στὴν Ἀθήνα,
πρὶν πεθαμένο μ᾿ εὕρετε μία μέρα ἀπὸ τὴν πεῖνα...
Μοῦ λέν, ὁ καπετὰν Κωνσταντῆς, ἀπ᾿ τὰ Ψαρὰ κεῖ πέρα,
πὼς ὑπουργὸς ἐγίνηκε μεγάλος καὶ τρανός,
κι ἂν θυμηθῇ πὼς τὴ ζωή του ἔσωσα μία μέρα
ἀπ᾿ ἔξω ἀπὸ τὴν Τένεδο, μποροῦσε ὁ Ψαριανὸς
νὰ κάνει τίποτε γιὰ μὲ κι ἴσως νὰ δώσουν κάτι
σ᾿ ἐκεῖνον πού ῾χε τάλαρα τὴ στέρνα του γεμάτη».
Πέντε ἕξι ἡμέρες ὕστερα ἐμπῆκε στὸ βαπόρι
κι ἀκουμπιστὸς περίλυπος ἐπάνω στὸ ραβδί,
ὡς ποὺ στὴν Ὕδρα ἔφθασε, ἐγύριζε στὴν πλώρη
τὸ λατρευτό του τὸ νησὶ ὁ γέροντας νὰ δεῖ.
Καὶ σκύβοντας τὰ κύματα δακρύβρεχτος ἐρῶτα,
πῶς φεύγει τώρ᾿ ἀπ᾿ τὸ νησὶ καὶ πῶς ἐρχόταν πρῶτα.
«Ἐδῶ τί θέλεις, γέροντα;» ρωτᾷ τὸν καπετάνο
στὸ ὑπουργεῖον ἐμπροστὰ κάποιος θαλασσινὸς
ντυμένος στὰ χρυσά. «Παιδί μου, εἶναι πάνω
ὁ Κωνσταντής;». «Ποιὸς Κωνσταντής;». «Αὐτός... ὁ Ψαριανός».
«Δὲ λὲν κανένα Ψαριανό, ἐδῶ εἶναι Ὑπουργεῖο,
νὰ ζητιανέψῃς πήγαινε μὲς στὸ φτωχοκομεῖο!».
Ὁ γέρος ἀνασήκωσε τὸ κάτασπρο κεφάλι
καὶ τὰ μαλλιά του ἐσάλεψαν σὰν χαίτη λιονταριοῦ
καὶ μὲ σπιθόβολη ματιὰ μὲς ἀπ᾿ τὰ στήθια βγάνει
μὲ στεναγμὸ βαρύγνωμο φωνὴ παλληκαριοῦ:
«Ἂν οἱ ζητιάνοι σὰν κι ἐμὲ δὲν ἔχυναν τὸ αἷμα,
οἱ καπετάνοι σὰν καὶ σὲ δὲν θὰ φοροῦσαν στέμμα!»
Τότε ὁ Κανάρης ποὺ ἄκουσε φιλονικία κάτου,
στὸ παραθύρι πρόβαλε νὰ δεῖ ποιὸς τὸν ζητεῖ
καὶ τὸ νησιώτη βλέποντας λαχτάρησε ἡ καρδιά του
καὶ νά ῾ρθει ἐπάνω διέταξε μὲ τὸν ὑπασπιστή.
Κάτι ἡ φωνὴ τοῦ γέροντα τοῦ ἐξύπνησε στὰ στήθη,
κάτι ποὺ μοιάζει μὲ ὄνειρο μαζὶ καὶ παραμύθι.
Τὸν κοίταξε τὰ μάτια του μὲς στὰ μακριά του φρύδια,
Ποὺ μοιάζανε σὰν ἀετοὺς κρυμμένους στὴ φωλιά,
στὸν καπετάνο ἐφάνηκαν μὲ τὴν φωτιὰ τὴν ἴδια,
ὅταν τὰ ἐφώτιζε ὁ δαυλὸς τὰ χρόνια τὰ παλιά.
Κι ἕνας τὸν ἄλλο κοίταζε κατάματα οἱ δυὸ γέροι,
ὁ ἡμίθεος τὸν γίγαντα, ὁ ἥλιος τὸ ἀστέρι.
«Δὲν μὲ θυμᾶσαι, Κωνσταντή;» σὲ λίγο τοῦ φωνάζει,
«γρήγορα σὺ μὲ ξέχασες, μὰ σὲ θυμᾶμαι ἐγώ!...».
«Ποιὸς τό ῾λπιζε νὰ δεῖ ποτές», ὁ γέροντας στενάζει,
«τὸν καπετάνο ζήτουλα, τὸ ναύτη ὑπουργό!...».
Καὶ σκύβοντας τὴν κεφαλὴ στὰ διάπλατά του στήθη,
τὴ φτώχεια του ἐλησμόνησε, τὴ δόξα του ἐθυμήθη.
«Ποιὸς εἶσαι, καπετάνο μου; Καὶ ποιό ῾ναι τὸ νησί σου;»,
ὁ Ψαριανὸς τὸν ἐρωτᾷ μὲ πόνο θλιβερό,
«πενήντα χρόνια, μιὰ ζωή, περάσανε, θυμήσου
ἀπ᾿ τῆς καλῆς μου ἐποχῆς, ἐκείνης τὸν καιρό.
Μήπως στὴν Σάμο ἤσουνα τὴν ἐποχὴ ἐκείνη;
Στὴν Κῶ, στὴν Ἀλεξάνδρεια, στὴ Χῖο, στὴ Μυτιλήνη;»
Ἀπ᾿ ἔξω ἀπ᾿ τὴν Τένεδο ...πενήντα πέντε χρόνια
ἐπέρασαν ἀπ᾿ τὴν στιγμὴν ἐκείνη, σὰν φτερό.
Σὰν νὰ σὲ βλέπω Κωνσταντή, δὲ θὰ ξεχάσω αἰώνια...
Ἀκόμα στὸ μπουρλότο σου καβάλα σὲ θωρῶ...
Χρόνος δὲν ἦταν πού ῾καψες στὴ Χιὸ τὴ ναυαρχίδα
κι ἦταν ἡ πρώτη μου φορὰ ἐκείνη ποὺ σὲ εἶδα...
Ἀπ᾿ ἔξω ἀπ᾿ τὴν Τένεδο, θυμᾶσαι; Μιὰ φρεγάδα
σ᾿ ἔβαλε ἐμπρὸς μ᾿ ἀράπικου ἀλόγου γληγοράδα
μ᾿ ὀχτὼ βατσέλα πίσω της ἐμοιᾶζαν περιστέρια
κι ἐσὺ γεράκι γύρω τους... ἐπάνω στὸ μπουρλότο,
ποὺ τὴν κορβέτα τίναξες πρωτύτερα στ᾿ ἀστέρια,
σὰν δαίμονας μὲς στὸν καπνὸ γλυστροῦσες καὶ στὸν κρότο.
Σὲ καμαρώνω ἀπὸ μακριά... κι οἱ ναῦτες κι ὁ λοστρόμος
μ᾿ ἐξώρκιζαν νὰ φύγουμε τοὺς εἶχε πιάσει τρόμος,
γιατὶ ἡ ἁρμάδα ζύγωνε ἐπάνω στὸ τιμόνι
θάρρος στοὺς ναῦτες σου ἔδινες... δὲν βάσταξε ἡ καρδιά μου,
σὲ μιὰ στιγμὴ χανόσουνα, σὲ μιὰ στιγμὴ καὶ μόνη
καὶ «ὄρτσα! μάϊνα τὰ πανιά!» φωνάζω στὰ παιδιά μου.
Στὸ στρίψιμο τοῦ τιμονιοῦ μᾶς σίμωσες... μ᾿ ἀντάρα,
ὁ Τοῦρκος κοντοζύγωνε ἡ μαύρη μου καμπάρα
ἀστροπελέκια καὶ φωτιὲς καὶ κεραυνοὺς πετοῦσε,
μὰ σὰν δελφίνι γρήγορα κι ἐκεῖνος ἐγλιστροῦσε.
Οἱ ναῦτες μου φωνάζανε: «Τί κάνεις καπετάνο;»
Κι ἐγὼ τοὺς λέω: «Τὸν Ψαριανὸ νὰ σώσω κι ἂς πεθάνω...».
Καὶ σοῦ πετῶ τὴ γούμενα... καὶ δένεις τὸ μπουρλότο...
κάνω τιμόνι δεξιά... τὸ φλογερὸ τὸ χνῶτο
τοῦ Τούρκου θὰ σὲ βούλιαζε - θυμᾶσαι; Σοῦ φωνάζω,
«Πρῶτος ἀπ᾿ ὅλους ν᾿ ἀνεβεῖς», μὰ δὲν μ᾿ ἀκοῦς κι ἀφήνεις
ἄλλοι ν᾿ ἀνέβουν... ἔσκυψα κι ἀπ᾿ τὰ μαλλιὰ σ᾿ ἀδράζω,
καὶ σ᾿ ἔσωσα κι ἐφύγαμε... μὰ δάκρυα βλέπω χύνεις!...».
«Ματρόζε μου!» δακρύβρεχτος ὁ Κωνσταντὴς φωνάζει
καὶ μὲς στὰ στήθη τὰ πλατιὰ σφιχτὰ τὸν ἀγκαλιάζει.
Κι ἐνῷ οἱ δυὸ γίγαντες μὲ τὰ λευκὰ κεφάλια
στ᾿ ἄσπρα τους γένεια δάκρυα κυλοῦσαν σὰν κρυστάλλια,
δυὸ κορφοβούνια μοιάζανε γεμάτα ἀπὸ τὸ χιόνι,
ὅταν τοῦ ἥλιου τὸ φιλὶ τὴν ἄνοιξη τὸ λειώνει.-
ΜΠΑΚΑΛΙΑΡΟΣ ΣΚΟΡΔΑΛΙΑ
  • 1 φύλλο παστό μπακαλιάρο γύρω στα 800-1000 γρ.
  • Καλαμποκέλαιο για το τηγάνισμα
Για το κουρκούτι…
  • 1 κουτάκι μπύρα
  • 300 γρ. αλεύρι που φουσκώνει μόνο του
  • 1 αυγό
  • 1/2 κ. γλυκού αλάτι
  • 1/2 κ. γλυκού ζάχαρη
  • Πιπέρ



Τυροκαυτερή με παντζάρια με δύο τρόπους σερβιρίσματος

Πώς θα φτιάξουμε… 

Το κουρκούτι… 

Σ΄ένα μπολ ρίχνουμε την μπύρα, το αυγό, το αλάτι, την ζάχαρη, το πιπέρι και ανακατεύουμε. Προσθέτουμε σιγά σιγά το αλεύρι κοσκινισμένο για να μην μας κάνει σβολάκια.

Ανακατεύουμε καλά μέχρι να γίνει ένας πηχτός και λείος χυλός. Το σημαντικό είναι ότι το κουρκούτι πρέπει να είναι έτοιμο από νωρίς για να μείνει τουλάχιστον μια ώρα στο ψυγείο.
Τον μπακαλιάρο…

Κόβουμε τον μπακαλιάρο σε κομμάτια.

Ξεπλένουμε τα κομμάτια από το αλάτι και τα βάζουμε σε μία λεκάνη με μπόλικο νερό από την προηγούμενη μέρα, με το δέρμα πάνω. Αλλάζουμε αρκετές φορές το νερό κατά την διάρκεια του ξαρμυρίσματος. Την επόμενη μέρα στραγγίζουμε τον μπακαλιάρο και αφαιρούμε το δέρμα. Τον σκουπίζουμε με απορροφητικό χαρτί. Ζεσταίνουμε μπόλικο λάδι στο τηγάνι, βουτάμε τα κομμάτια στο χυλό, αφήνουμε τον περίσσιο χυλό να τρέξει και τα τηγανίζουμε μέχρι να ροδίσουν και από τις δύο πλευρές. Μόλις είναι έτοιμα τα τοποθετούμε σε χαρτί κουζίνας για να απορροφηθεί το περίσσιο λάδι και σερβίρουμε με σκορδαλιά.
1 κιλό γαύρο
1 ματσάκι άνηθο ,η θυμάρι,η μαιντανό ,κατά προτίμηση
1 σκελίδα σκόρδο
αλάτι χοντρό θαλασσινό σε ποσότητα τόση όση να σκεπαστεί όλος ο γαύρος
Ξύδι πολύ καλής ποιότητας [βασικό αυτό] σε ποσότητα τόση όση να σκεπαστεί ο γαύρος όλος
Ελαιόλαδο σε ποσότητα να σκεπαστεί όλος ο γαύρος
 

 

ΓΑΥΡΟΣ ΞΥΔΑΤΟΣ
 Εκτέλεση
Πλένουμε, καθαρίζουμε τον γαύρο, κόβοντας το κεφάλι εντελώς, και χωρίζοντάς το στα δύο για να βγάλουμε το κόκκαλο από την μέση όλο.
Τοποθετούμε σε ένα γυάλινο σκεύος τον καθαρισμένο γαύρο αφού τον έχουμε πλύνει καλά,ρίχνουμε από τα αρωματικά φυτά της επιλογής μας από πάνω ,και τα καλύπτουμε με το χοντρό αλάτι όλα πολύ καλά σκεπασμένα.
Τα αφήνουμε 3 τέταρτα έτσι ,τα βγάζουμε στην συνέχεια ,τα ξεπλένουμε πολύ καλά να φύγει όλο το αλάτι και τα ξαναβάζουμε στο γυάλινο σκεύος αφού το έχουμε ξεπλύνει από την πρώτη χρήση του .
Αμέσως μετά τον καλύπτουμε με το πολύ καλής ποιότητας ξύδι βασικό ξανά τονίζω αυτό ,και το αφήνουμε περίπου για μισή ώρα μέχρι να δούμε να ασπρίσει ο γαύρος που σημαίνει ότι έχει ψηθεί.
Το σουρώνουμε χωρίς να το ξεπλύνουμε και το τοποθετούμε πάλι στο γυάλινο σκεύος, το καλύπτουμε όλο καλά με λάδι να πάει πιό πάνω από τον γαύρο η ποσότητα  λαδιού ,ψιλοκόβουμε το σκόρδο σε λεπτές φετούλες και ψιλοκόβουμε τον άνηθο ,η όποιο άλλο αρωματικό προανέφερα και είναι έτοιμο για σερβίρισμα !!! Διατηρείτε  για 3 ημέρες ,καλή σας όρεξη μαζί με ενα καραφάκι ουζάκι ,ο τέλειος μεζές !!!

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

Γεννήθηκε το 1793 στα Ψαρά.Απο πολύ μικρός άρχισε να εργάζεται στα πλοία και συγκεκριμένα του θείου του βοηθώντας στην μεταφορά των προσφύγων Σουλιωτών απο την Πάργα στην Λευκάδα.
Σε ηλικία 27 ετών έγινε κυβερνήτης εμπορικού πλοίου.Τα νέα της επανάστασης στην Μολδοβλαχία τον βρήκαν στην Οδησσό και βιάστηκε να γυρίσει στα Ψαρά για να αφιερωθεί στον Αγώνα. Κατατάχτηκε στο μικρό στόλο του φίλου του Νικολή Αποστόλη και άρχισε να εκπαιδεύεται στα πυρπολικά. Την νύχτα της 6ης Ιουνίου 1822 μαζί με το πυρπολικό του Πιπίνου πλησίασε την τουρκική ναυαρχίδα του Καρά αλή που βρισκόταν στο λιμάνι της Χίου και της έβαλε φωτιά ανατινάζοντας την
Στ’ ακρογιάλια του Αιγαίου η άνοιξη βγαίνει από τη θάλασσα. Ένα πρωί ο αγέρας φέγγει πιο γαλάζιος, τα κύματα ξεδιπλώνουν στον άμμο το νέο ρυθμό με κοντές αναπνοές. Το πέλαγο μυρίζει φρεσκάδα, παντού το κεντάνε σύντομες απανωτές αστραψιές. Τότες ανοίγουν πάνω στα τρεμουλιάρικα νερά κύκλοι ασημένιοι, μ’ ένα χρώμα σαν το στήθος του παγονιού. Είναι αμέτρητοι, ο ένας μέσα στον άλλον, ο ένας κυνηγά τον άλλον. Έτσι ως τον ορίζοντα. Από τη μέση, από την καρδιά του ανθού της θάλασσας,... βγαίνει η άνοιξη του Αιγαίου. Η Αναδυόμενη. Παντού πεταρίζουν άσπρες, γαλανές φτερούγες. Γιορτάζει ο αγέρας, η στεριά, τα λαφριά σύννεφα κι ο μεταξωτός ουρανός. Τα καράβια μέσα στο λιμάνι ισάρουν όλα τα πανιά να στεγνώσουν, κ’ είναι να κάθεσαι να τα βλέπεις. Στις ρηχοπατιές σειούνται, πιασμένα από τις μαλλιασμένες πέτρες του βυθού, λιγνά, μακριά τσουνιά από νερολούλουδα. Τα φύλλα τους είναι ζωντανά, είναι ξανθιά. Απλώνουν ράθυμα κάτι νήματα από μαλακό μάργαρο, και κρεμάζουν αρμαθιές από μικρούς καρπούς, χρώμα άγουρο κερασί. Παντού είναι το πανηγύρι της νέας νιότης, που ξαναβαφτίστηκε στην αιώνια χαρά του Θεού. Χιλιάδες μικρά χρωματιστά ψάρια συνθέτουν, και πάλι στη στιγμή τσακίζουν τα μωσαϊκά του βυθού. Αμέτρητα σαλιγκάκια, μικρά σα σπόροι του ροδιού, σηκώνουν στο φρέσκον ήλιο το σουβλερό καφκί τους, ψιλοδουλεμένο με πορτοκαλιά πλουμίδια. Έχουν τριανταφυλλιά νυχάκια, βγαίνουν και βοσκίζουν λαίμαργα το χνούδι από τις μουσκλιασμένες γιαλόπετρες. Απλώνεις να τα πιάσεις, και κείνα, μόλις νιώσουν από πάνω τους τον ίσκιο του χεριού, αφήνουν μπόι και βουλιάζουν, αμμοκούκουτσα ανάμεσα στ’ άλλα του βυθού. Τρέχα να τα βρεις.
Έτσι βγαίνει η Άνοιξη από το Αιγαίο, βγαίνει από τα νερά και προχωρεί.
Στρατής Μυριβήλης,
 
Κι όμως ήμουν πλασμένη για χαρταετός.
Τα ύψη μου άρεσαν ακόμη και όταν
έμενα στο προσκέφαλο μου μπρούμυτα
τιμωρημένη ώρες και ώρες.
Γλασέ χαρτί ήταν; Δεν είμαι σίγουρη πια. Κόλλες μεγάλες από το βιβλιοπωλείο. Να κόψουμε όμορφα σχήματα και να τα κολλήσουμε προσεκτικά να μη βρει χαραμάδες ο άνεμος. Ξυλαράκια από το μαραγκούδικο του κυρ Παναγιώτη. Να μας κυνηγάει γελώντας κάτω από τα σκονισμένα μουστ...άκια του. Σπάγκο ελαφρύ για τα ζύγια. Εφημερίδες ψαλιδισμένες στην ουρά. Κι η καλούμπα στεριωμένη στο κέντρο.
Κι ο Θεός των ανέμων δεν είχε πάντα κατανόηση στα ντέρτια μας. Μας κρυφοκοίταζε στο δασάκι που πασχίζαμε. Κι άλλοτε γέλαγε κρατώντας την κοιλιά του με τις τρεχάλες μας. Κι άλλοτε έπαιζε μαζί μας κι αυτός, φυσώντας τις ελπίδες μας. Και τότε η καλούμπα ξέκοβε, ανασαίνοντας ελευθερία. Μέναμε να τον κοιτάμε να μακραίνει, το ίδιο λεύτερα κουρασμένοι

Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΟ


ΑΛΦΑΒΙΤΑΡΙΑ – ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΑ

ΑΛΦΑΒΙΤΑΡΙΑ – ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΑ

Κολοκυθοανθοί


Κολοκυθοανθοί


Για κάποιους /ες είμαστε το όχημα που θα τους φτάσει στο στόχο τους,δεν τους ενδιαφέρει τίποτε άλλο,όσο πόνο, δυστυχία μπορεί να προκαλέσουν.+ - Κι εμείς μόνο ελπίζουμε με αυταπάτες γιατί δεν θέλουμε πολλές φορές ή δεν μπορούμε να δούμε την πραγματικότητα δικαιολογόντας καταστάσεις. Έτσι είμαστε φτιαγμένοι και κάποιοι το έχουν αναγάγει σε επιστήμη και περνάνε καλά!!! Ας αφυπνιστούμε λοιπόν.


Γευστικά ταξίδια: Πιλάφι με σαφράν, τηγανητό φιδέ και ρόδι!

Γευστικά ταξίδια: Πιλάφι με σαφράν, τηγανητό φιδέ και ρόδι!: Αυτό το φαΐ το διάβασα, μ' άρεσε αλλά δεν έτυχε να το φτιάξω ακόμα. Είναι στα υπόψην, αν και όιχ για τον δυόσμο δεν είμαι και πολύ σίγου...

Τετάρτη 16 Μαρτίου 2016

Μαρία Δημητριάδη - ΕΝΑ ΠΡΩΙΝΟ - μουσική Στ.Ξαρχάκου -στίχοι .Γ Παπαστεφάνου


ΜΑΡΤΗΣ ΓΔΑΡΤΗΣ ΚΑΙ ΚΑΚΟΣ ΠΑΛΟΥΚΟΚΑΥΤΗΣ

Ο ΜΑΡΤΗΣ Ο ΠΕΝΤΑΓΝΟΜΟΣ ΕΦΤΑ ΦΟΡΕΣ ΕΧΙΟΝΙΣΕ ΚΑΙ ΠΑΛΗ ΤΟ ΜΕΤΑΝΙΩΣΕ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΞΑΝΑΧΙΟΝΙΣΕ

ΜΗΝ ΕΙΝΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΜΑΣ ΣΑΝ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΟΥ ΤΟ ΧΙΟΝΙ ΟΠΟΥ ΤΟ ΡΙΧΝΕΙ ΤΟ ΠΡΩΙ ΚΙ ΑΠΟ ΒΡΑΔΥΣ ΤΟ ΛΙΩΝΕΙ

ΟΠΟΥ ΕΧΕΙ ΚΟΡΗ ΑΚΡΙΒΗ ΤΟΥ ΜΑΡΤΗ Ο ΗΛΙΟΣ ΜΗΝ ΤΗ ΔΕΙ

ΜΑΡΤΗΣ ΒΡΕΧΕΙ ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΠΑΨΕΙ

ΜΑΡΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΝΑΖΙΑ ΚΑΝΕΙ ΠΟΤΕ ΚΛΑΙΕΙ ΠΟΤΕ ΓΕΛΑΕΙ

ΑΝ ΚΑΝΕΙ ΟΜΑΡΤΗΣ ΔΥΟ ΝΕΡΑ ΚΙ Ο ΑΠΡΙΛΗΣ ΑΛΟ ΕΝΑ ΧΑΡΑ Σ ΕΚΕΙΝΟΝ ΤΟ ΓΕΩΡΓΟ ΠΟΥ ΧΕΙ ΣΤΗ ΓΗ ΣΠΑΡΜΕΝΑ

ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΟΥ ΤΑ ΧΙΟΝΙΑ










ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΣΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟΥ ΜΑΡΤΙΟΥ ΤΑ ΧΙΟΝΙΑ

ΑΚΟΥΣΕΣ ΜΑΡΤΗ ΜΟΥ ΤΙ ΣΟΥ ΛΕΝΕ????????
ΠΡΩΙ

 

Σάββατο 12 Μαρτίου 2016


Μου αρέσει η Σελίδα!Η Σελίδα σάς αρέσει ·
11 Σεπτεμβρίου 2015
 


Κάθε μέρα στο σχολείο
τις ημέρες μου περνώ
στα μαθήματα προσέχω
και δεν χάνω τον καιρό.
Μου αρέσει να μαθαίνω...
ποιήματα και ιστορίες
και σε χώρες που δεν είδα
να πηγαίνω με σελίδες.
Αγαπώ τον δάσκαλο μου
και τον έχω οδηγό
μες της γνώσης το ποτάμι
για να μην, ποτέ, χαθώ.
Τα βιβλία μου διαβάζω
και ποτέ δεν αμελώ
να κοιτώ το πρόγραμμα μου
και να είμαι τακτικό.
Είναι ο δρόμος μου μεγάλος
δύσκολος, κουραστικός,
μα το κέρδος για το πνεύμα
ένας Θείος θησαυρός.
Γιατί όποιος μελετάει
ξέρει πάντα πιο πολλά
και μες τη ζωή βαδίζει
σίγουρα και σταθερά

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016






 ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ
Θέλω τόσα να σου πω
μα σωπαίνουν οι λέξεις,
το μυαλό σταματά,
μηδενίζει τις σκέψεις.

Και τα μάτια θολά
σ' ότι γύρω αντικρίζουν,
την δική σου θωριά
αναζητώντας δακρύζουν.

Μες την τόση ερημιά,
στης ζωής το φορτίο,
είσαι μεσ' την ζωή
ηλιαχτίδα στο κρύο.

Στην ερμιά της ψυχής
μπήκες σαν ηλιαχτίδα,
φωτεινές τις πλευρές
της ζωής μου τις είδα

Σάββατο 5 Μαρτίου 2016

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ ~ Ο ΜΑΡΤΗΣ ΜΑΡΤΗ ΜΙΛΗΣΕ




Του Γιάννη κάνανε για δώρο  
ένα σπαθί κι ένα τουφέκι
και σαν στρατάρχης τώρα στέκει
κι όλο τον κόσμο απειλεί

Φορεί στον ώμο το τουφέκι
  και το σπαθί στη μέση ζώνει
τα γειτονόπουλα μαζώνει
και τα γυμνάζει στην αυλή
Με το σπαθί γυμνό στο χέρι
προστάγματα άγρια τους δίνει
Μα άξαφνα κάποιον  διακρίνει
σοκολατάκια να κρατεί

Ε, ψιτ στρατιώτη! του φωνάζει
πλησίασε μας ένα βήμα
εμπρός μου να κάνεις και το σχήμα
και δος μου τα μισά απ αυτά

Θα στά 'δινα, μα στρατηγέ μου
φοράς σπαθί για συλλογίσου....
Ταιριάζει στην υπόληψη σου
να τρως και συ ζαχαρωτά!!!!!!!
 
Καλημέρα Ελλάδα καλημέρα ομορφη πατρίδα!!!! Σήμερα νιώθω περήφανη που γεννήθηκα Ελληνίδα. φουσκωσαν τα στήθη από το Ελληνικό ιδεώδες!! σημερα η Ελλαδα τιμα το χθες τιμά τους αρχαίους προγόνους της.. Φιλοξενία... μια αρχαία ελληνικοτατη λεξη μα και έννοια... φιλώ τους ξένους... εξ ου και ο ξενιος Διας.. να ένας καλός λόγος που απεγνωσμένα ψάχναμε τελευταία να βρούμε κάποια ψήγματα του αρχαίου ελληνικού κάλλους.. Σήμερα οι Έλληνες νησιώτες μα και οι χερσαιοι υπερβαλλουν εαυτόν,... αποδεικνύουν περίτρανα την καταγωγή τους, τις καταβολές τους, τις πανανθρωπινες αναφορές τους... Και σήμερα δίνουμε τα φώτα μας, διδασκουμε πολιτισμό, διακηρυσσουμε αξιες, ιδανικά, διδασκουμε αλτρουισμο και ανθρωπια!!! Παρα τον προσωπικό μας καματο, παρά τα προβλήματα που μας ταλανιζουν, έχουμε γίνει μια τεράστια αγκαλιά μια μάνα όλων των ανημπορων και κατατρεγμενων με ανεξάντλητα αποθέματα αγάπης και αδολης προσφοράς.. Σήμερα κάναμε πράξη την διδαχη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού!!!! που προέβλεψε ότι στην Ελλάδα σ αυτήν την μικρή χώρα την κουκκίδα του παγκόσμιου χάρτη θα δοξαστει!!!! Αγαπάτε αλλήλους.. Αγαπα τον πλησίον σου ως εαυτόν.. Αυτοθυσία, προσφορα ανιδιοτελής είναι τα στοιχεία του γενετικού υλικού του Έλληνα.. Οι δήθεν τρανοι της γης οφείλουν να αποδώσουν τα εύσημα τιμής, μα και το βραβείο Νόμπελ παγκόσμιας ειρήνης στους Έλληνες πολίτες!!! Προσκυνω το μεγαλείο μας, θαυμάζω το ανεξάντλητο κουράγιο μας!!!!
Δείτε περισσότερα
 

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

Αν ειχα πετρα για καρδια
ποτε δε θα πονουσα
εσυ θα χτυπας δυνατα
μα 'γω δε θα γροικουσα !!!!...
·...
Ουτε του πονου τη φωνη
θα 'χα να με ταραζει
αν ειχα πετρα στη καρδια
δε θα 'χα το μαραζι !!!!!........

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016

 
 
ΕΛΑ ΕΔΩ ΚΟΝΤΑ ΜΟΥ ΚΟΥΚΛΑ ΜΟΥ ΚΑΛΗ ΕΛΑ ΕΔΩ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΜΑΣΚΑΡΑΣ ΚΙΕΣΥ ΤΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΚΟΛΗ ΑΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΟΥΝ ΜΑΣΚΑΡΕΥΟΝΤΑΙ ΟΛΟΙ ΚΑΙ ΧΟΡΟΠΗΔΟΥΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΣΟΥ ΒΑΛΩ ΝΤΟΜΙΝΟ ΜΑΚΡΥ Η ΣΠΑΘΙ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟΥΚΛΑ ΜΟΥ ΧΡΥΣΗ ΝΑ ΣΕ ΝΤΙΣΩ ΒΛΑΧΑ ΜΕ ΧΡΥΣΑ ΦΛΟΥΡΙΑ ΟΧΙ ΔΕΝ ΘΑ ΑΡΕΣΕΙΣ ΔΕΝ ΣΟΥ ΤΗ ΚΕΝΤΩ ΜΑΣΚΑ ΘΑ ΦΟΡΕΣΕΙΣ ΚΙ ΕΝΑ ΤΡΙΚΑΝΤΟ ΘΑ ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΩ ΜΑ ΤΙ ΣΥΛΟΓΑΣΕ ΟΠΩΣ ΝΑ ΣΕ ΝΤΥΣΩ ΜΑΣΚΑΡΑΣ ΘΕ ΝΑ ΣΑΙ ΠΑΛΥΜΠΕΔΙΣΜΟΣ!!!!!ΝΟΣΤΑΛΓΕΙΑ ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΝΑΝΕ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΘΥΜΑΜΑΙ ΥΤΟ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΜΟΥ ΤΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΠΟΥ ΤΟΣΩ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟ ΛΑΤΡΕΥΩ ΚΑΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΧΝΩ!!!!!!!  ΤΟ ΑΠΑΓΓΕΛΩ ΤΕΤΙΕΣ ΜΕΡΕΣ ΣΑΝ ΜΙΚΡΟ ΠΑΙΔΙ (ΜΗ ΓΕΛΑΣΕΤΕ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΛΙΕΜΠΑΙΔΙΣΜΟ ΜΟΥ, ΑΛΑ ΚΙ ΑΝ ΓΕΛΑΤΕ ΑΠΟΚΡΥΕΣ ΕΧΟΥΜΕ ΠΡΕΠΕΙ  :-)  ΚΑΛΟΙ ΜΟΥ ΦΙΛΟΙ<3

Το κόσμημα του νότου ,το Πλωμάρι από τη θάλασσα Χειμώνας 2016,