$(document).ready(function(){$.fn.snow({minSize:10, maxSize:50, newOn:400, flakeColor: '#FFFFFF'});});

και οι βελόνες τίκι τάκα τριγυρίζουνε στη πλάκα


clock-desktop.com

Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

Από το ημερολόγιο ανώνυμου αγωνιστή
Μάρτης1821

Μαζευτήκαμε όλοι στη μονή της Αγίας Λαύρας.
Οπλαρχηγοί κι απλός λαός ακούγαμε τη δοξολογία συγκινημένοι.Οι ψαλμοί γιόμιζαν το χώρο και τις ψυχές μας.
Ο Θεός ήταν μαζί μας. Άνοιγε θαρρείς τα χέρια του κι έκλεινε στην πλατιά αγκαλιά του την πολύπαθη πατρίδα μας.
Σαν ακούστηκε το "Δι' ευχών", ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στάθηκε μ' επισημότητα στην Πύλη.Μπροστά του οι οπλαρχηγοί έφεραν το λάβαρο της Επανάστασης, το λάβαρο της Πατρίδας.Γονάτισαν κι αυτός το ευλόγησε με δάκρυα στα μάτια.Καθώς έψελνε η φωνή του ράγισε. "Αδέρφια, αρχινά ο αγώνας για τη λευτεριά μας.Κανέναν δε φοβούμαστε.Έχουμε στο πλάι μας το Θεό.
Ένας ένας οι οπλαρχηγοί κι ύστερα εμείς προσκυνήσαμε το Ευαγγέλιο, την εικόνα του Χριστού και το λάβαρο.
Κείνη την ώρα ένας κόμπος στάθηκε στο λαιμό μου. Σταυροκοπήθηκα, έσφιξα το ντουφέκι μου κι έκλεισα στην καρδιά μου την αγαπημένη μου πατρίδα.
Μόνο γι' αυτήν ζω κι αν χρειαστεί γι' αυτήν και θα πεθάνω.

Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

 ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΜΟΥ αυτό που δεν σου είπα τότε που μικρούλης με άκουγες με ανοιχτό το στόμα

Τετάρτη 15 Μαρτίου 2017

 Yλικά
για ένα ταψάκι 25αρι
6 πατάτες  διαλέγουμε μακριές
1 κρέμα γάλακτος 200 γραμ.
1ποτήρι του νερού γάλα
αλάτι πιπέρι
τυρί κασέρι τριμμένο ή γκούντα

Τι κάνουμε
Πλένουμε και κόβουμε τις πατάτες ροδέλες πάχους μισού εκατοστού.
Τις τοποθετούμε στο ταψάκι όπως βλέπετ στις φωτογραφίες.



Για να δείτε περισσότερες συνταγές πατήστε ΕΔΩ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΕΣ 



Προσθέτουμε την κρέμα γάλακτος από πάνω καθώς και 1 ποτήρι γάλα.
Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο περίπου 15 με 20 λεπτά στους 170 βαθμούς αέρα ανάλογα τον φούρνο.



Τσιμπήστε μία πατάτα με ένα πιρούνι να δείτε αν έχει ψηθεί.
Βγάζουμε το ταψάκι από τον φούρνο αν η πατάτες έχουν ψηθεί πασπαλίζουμε όλη την επιφάνει με το τριμμένο τυρί και ξαναφουρνίζουμε για 10 λεπτάκια ίσα να λιώσει το τυρί .Τι να σας πώ δεν υπάρχουν λόγια είναι υπέροχο !!!Καλή όρεξη !!!
Από ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΓΕΣ
Αν θέλουμε μπορούμε να περάσουμε από το τηγάνι λίγα κομματάκια μπέικον και να τα προσθέσουμε την στιγμή που βάζουμε την κρέμα και το γαλα γίνετε πιο πικάντικο.

Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

Στίχοι

Σκέφτηκα, που λες, να κάνω
στη ζωή μου απογραφή
για να δω τι μου `χει μείνει
και τι κράτησες εσύ.
Έδωσα ό,τι κι αν είχα
σ’ έναν έρωτα τρελό
για να πάρω στο φινάλε
δάκρυ, πίκρα, χωρισμό.

Τι έκανα για πάρτη μου
τι έκανα για μένα;
Είχα ψυχούλα κι έδωσα
κι όμως πήγε στα χαμένα.

Σκέφτηκα να ξεφυλλίσω
τη ζωή, μα τι τα θες:
με παράπονα γεμάτη
κι υστερόγραφο οι χαρές.
Έζησα κοντά σου χρόνια
το πικρό σου "σ’ αγαπώ"
κι άκου το παράπονό μου
στο τραγούδι μου αυτό

Στίχοι

Κουράστηκα να υποκρίνομαι,
ψέματα μ’ έχουν φορτώσει.
Με κρίνουνε και με συγκρίνουνε,
μα δεν μπορεί κανείς να με νιώσει.

Μου μιλούν στραβά και τους πληρώνω ακριβά
και κάθε κίνησή μου πρέπει να προσέχω.

Δεν αντέχω, δεν αντέχω,
με το ψέμα δεν μπορώ να προχωρήσω.
Να ’χα δύναμη αλλιώς να σου μιλήσω.
Κουράστηκα να υποκρίνομαι,
δεν μπορώ έτσι να ζήσω.

Κουράστηκα να υποκρίνομαι,
πρόσωπα όλοι αλλάζουν.
Στο βλέμμα τους όταν αφήνομαι,
κάπου αλλού πάντα κοιτάζουν.

Μου μιλούν στραβά και τους πληρώνω ακριβά
και κάθε κίνησή μου πρέπει να προσέχω.

Δεν αντέχω, δεν αντέχω,
με το ψέμα δεν μπορώ να προχωρήσω.
Να ’χα δύναμη αλλιώς να σου μιλήσω.
Κουράστηκα να υποκρίνομαι,
δεν μπορώ έτσι να ζήσω.
Σε λίγες βδομάδες, τα τρυφερά χλωρά αμύγδαλα (τσάγαλα)θα κανουν την εμφάνιση τους πάνω στη βιαστική μαμά τους που βιάζεται να ανθίσει πρώτη από τα άλλα καρποφόρα δέντρα
Τα τσάγαλα είναι ένα σχεδόν ξεχασμένο τρόφιμο, που φέρνει στον νου ανθρώπων μιας κάποιας ηλικίας παλιές αναμνήσεις. Τα τσάγαλα ήταν το σνακ που «έκλεβε» κανείς από το δέντρο του γείτονα σε αμέτρητα ελληνικά χωριά, αγνοώντας τις προειδοποιήσεις της μαμάς ή αποφεύγοντας το παπούτσι του γείτονα. Ποιος θα φανταζόταν σήμερα ένα παιδί, στην Ελλάδα ή αλλού, με τον ουρανίσκο εθισμένο στην ανίερη τριάδα του αλατιού, της ζάχαρης και του λίπους, να λαχταρά τη δροσιστικά ξινή γεύση ενός χλωρού αμύγδαλου; Ποιο παιδί στις μέρες μας θα τολμούσε ακόμα και να δαγκώσει κάτι με χνούδι και πράσινο κατευθείαν από το δέντρο; ΑΠΟ ΤΑ "ΚΛΕΦΤΡΟΝΙΑ" ΑΥΤΑ ΕΙΜΟΥΝ ΚΙ ΕΓΩ ΟΤΑΝ ΜΕ ΑΛΛΑ ΠΑΙΔΙΑ ΔΡΑΣΚΕΛΟΥΣΑΜΕ ΕΝΑ ΝΤΟΥΒΑΡι (ΤΟΙΧΟ)Ι ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΓΝΩΣΗ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΑΙ ΕΙΧΑΝ ΒΑΛΕΙ ΚΑΙ ΣΥΡΜΑΤΟΠΛΕΓΜΑ ΜΕ ΠΑΣΑΛΟΥΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΝΤΟΥΒΑΡΙ ΑΛΑ ΣΙΓΑ ΜΗ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΝΑ ΤΡΥΠΩΣΟΥΜΕ..... ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΚΡΑΤΟΥΣΕ ΟΣΟ ΓΥΝΟΤΑΝ ΤΟ ΣΥΡΜΑΤΟΠΛΕΓΜΑ ΠΙΟ ΨΥΛΑ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΜΠΑΙΝΑΜΕ ΣΤΟ "ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ" ΜΑΣ ΑΦΟΥ ΒΟΗΘΟΥΣΑΜΕ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΝΑ ΜΠΕΙ ΜΕΣΑ ΤΟ ΤΙ ΧΕΙΡΟΜΑΔΙΜΑ ΚΑΝΑΜΕΕΕΕ ΠΟΛΕΣ ΟΙ ΑΜΥΓΔΑΛΙΕΣ ΔΕΝ ΦΑΙΝΟΤΑΝ Η ΚΛΕΨΙΑ, ΔΕΝ ΜΑΣ ΑΡΚΟΥΣΕ ΝΑ ΦΑΜΕ ΜΟΝΟ, ΦΕΥΓΑΜΕ ΜΕ ΤΣΕΠΕΣ ΓΕΜΑΤΕΣ, ΟΣΕΣ ΕΙΧΑΜΕ ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΚΙ ΑΥΤΟ ΓΙΝΟΤΑΝ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΜΕΣΤΩΣΟΥΝ ΤΑ ΤΣΑΓΑΛΑ ΚΙ ΑΣ ΕΙΧΑΜΕ ΜΑΘΕΙ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΝ ΕΝΤΟΛΗ "ΟΥ ΚΛΕΨΕΙΣ" ΤΗΝ ΞΕΧΝΟΥΣΑΜΕ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΩΡΕΣ, ΜΟΝΟ ΤΟ "ΜΠΕΧΤΣΗ" (ΑΓΡ0ΦΥΛΑΚΑ) ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑΤΙ ΑΛΙΜΟΝΟ ΜΑΣ ΑΝ ΜΑΣ ΤΣΑΚΩΝΕ!!!! ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΙΔΙΟΚΤΙΗΤΗ ΗΤΑΝ ΤΟ ΕΞΟΧΊΚΟ ΤΟΥ ΔΕΝ ΕΜΕΝΕ ΕΚΕΙ ΤΩΡΑ ΠΙΑ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΜΕΓΑΑΑΑΛΟ ΠΑΙΔΙ ΖΗΤΑΩ ΣΥΓΝΩΜΗΝ ΑΠΟ ΤΗ ΞΑΔΕΛΦΟΥΛΑ ΜΟΥ, ΑΔΕΞΗΜΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ (ΝΟΝΟΣ ΤΗΣ) ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΚΟΛΛΗΤΗ ΜΟΥ ΦΙΛΗ ΤΗ ΜΑΡΙΚΟΥΛΑ ΜΙΑ ΚΑΙ Η ΘΕΙΑ ΜΟΥ ΕΙΡΗΝΗ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΙΑ....... ΓΙΑΤΙ ΕΚΕΙΝΗΣ ΗΤΑΝ ΟΙ ΑΜΕΓΔΑΛΙΕΣ "ΜΑΡΙΚΟΥΛΑ ΚΑΠΟΤΕ ΥΠΗΡΞΑ ΚΛΕΦΤΡΟΝΙ ΣΤΟ ΚΗΠΟ ΣΟΥ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΟΥ ΖΗΤΩ ΣΥΓΝΩΜΗΝ" ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ ΑΥΤΑ ΤΑ ΤΣΑΓΑΛΑ ΓΙΑ ΜΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΤΕ!!!! ΡΗΝΟΥΛΑ ΤΟΥ Φ.Β ΟΙ ΑΜΥΓΑΛΙΕΣ ΗΤΑΝ ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΣΑΣ. ΠΕΣΤΑ ΣΤΗ ΜΑΜΑ ΣΟΥ ΑΝ ΜΕ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ ΞΕΡΕΙΣ ΠΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΡΕΓΓΙΝΑ
Μου αρέσει!Δείτε περισσότερες αντιδράσεις
Σχολιάστε
Σχόλια

Κυριακή 12 Μαρτίου 2017

Υλικά

Για την γέμιση
  • Σπανάκι 1 κιλό
  • Σέσκουλα 1 κιλό
  • Πράσα 6
  • Μαϊντανό 1 ματσάκι ψιλοκομμένο
  • Άνιθο 1 ματσάκι ψιλοκομμένο
  • Δυόσμο 2 κλωναράκια
  • Μαραθόσπορο 1/2 κουταλάκι γλυκού
  • Καλαμποκάλευρο 1 κούπα
  • Φέτα 1/2 τριμμένη
  • Πιπέρι 1/2 κουταλάκι γλυκού
  • Αλάτι 1 κουτάλι σούπας
  • Ελαιόλαδο 1 κούπα
Για την ζύμη
  • Καλαμποκάλευρο 4 κούπες
  • Γιαούρτι 1 κεσεδάκι
  • Γάλα 1 κούπα
  • Αυγά 2
  • Αλάτι 1 κουταλάκι γλυκού
  • Νερό 1/2 κούπα

Οδηγίες

Καθαρίζουμε και πλένουμε όλα τα χόρτα και τα βάζουμε σε μια λεκάνη με το αλάτι να μαραθούν. Τα στύβουμε με τα χέρια μας να φύγουν τα υγρά τους και τα αφήνουμε στην άκρη. Σε μια κατσαρόλα βάζουμε τα πράσα αφού τα έχουμε καθαρίσει , πλύνει και τα έχουμε κόψει σε μικρά κομματάκια , με ελάχιστο νερό και λίγο αλάτι και σε χαμηλή φωτιά τα αφήνουμε να μαραθούν. Προσθέτουμε όλα τα μυρωδικά μας , το αλάτι , το πιπέρι και το μισό από το λάδι και τα ανακατεύουμε. Αφού μαραθούν τα ενώνουμε με τα χόρτα που έχουμε αφήσει στην λεκάνη και προσθέτουμε την τριμμένη φέτα. Σε κατσαρόλα σε χαμηλή φωτιά βάζουμε το γάλα (θέλουμε να είναι χλιαρό) , το γιαούρτι , τα αυγά το καλαμποκάλευρο και το νερό και ανακατεύουμε να γίνει ένας χυλός ελαφρύς. Λαδώνουμε ένα ταψί και ρίχνουμε μισό από τον χυλό μας σε όλη την επιφάνεια του ταψιού. Έπειτα απλώνουμε τα χόρτα μας σε όλη την επιφάνεια και τα σκεπάζουμε με τον υπόλοιπο χυλό και το λάδι που μας περίσσεψε. Είναι έτοιμη να ψηθεί για 60 λεπτά σε προθερμασμένο φούρνο στους 220 βαθμούς.
  • Παραλλαγή : Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε άγρια χόρτα όπως λάπατα, τσουκνίδα , καυκαλίδες , παπαρούνα , φρέσκα κρεμμυδάκια και σκόρδα.Μπορείτε να προσθέσετε και τραχανά.
  • Η πίτα αυτή μπορεί να αποτελέσει το συνοδευτικό σαν σαλάτα σε μαγειρευτό ή ψητό κρέας.

Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

Βράζουμε τα μυαλά, τα κόβουμε σε λουρίδες και τα αλατοπιπερώνουμε. 
Χτυπάμε ελαφρά 1-2 αυγά με 1 κουταλιά νερό και ετοιμάζουμε λίγο αλεύρι και φρυγανιά κοπανισμένη. 
Βάζουμε στο τηγάνι βούτυρο να κάψει, παίρνουμε μια-μια λουρίδα μυαλού, την αλευρώνουμε, την τινάζουμε να φύγει το πολύ αλεύρι, την βουτάμε στο αυγό, κατόπιν στη φρυγανιά και τις τηγανίζουμε στο καυτό βούτυρο να ροδίσουν. 
Τις τοποθετούμε σε πιάτο στρωμένο με 3-4 χάρτινα πετσετάκια ώστε να στραγγίσουν, και τις σερβίρουμε συνήθως με πατάτες πουρέ

Μυαλά πανέ
Εκτέλεση
Ανάλογα με τα άτομα που έχετε να θρέψετε παίρνετε την ποσότητα των μυαλών:
Αν πάρετε μικρά αρνίσια μυαλά, ένα για κάθε άτομο είναι υπεραρκετό.
Αν πάρετε μοσχαρίσια, ένα μυαλό για 2 ή 3 άτομα (ανάλογα βέβαια με το τι θα τα συνοδεύσετε) είναι αρκετό.
Βάζετε τα μυαλά σε μια λεκάνη με κρύο νερό, και τα καθαρίζετε προσεκτικά από το αίμα και τις περίσσιες ίνες τους.
Βάζετε στη φωτιά μια κατσαρόλα με νερό και ξίδι, και λίγο αλάτι, και βράζετε τα μυαλά 15’ τα αρνίσια, 20-25’ τα μοσχαρίσια.
Αφού λοιπόν τα βράσετε, τα κόψετε σε φέτες και τα αφήσετε λίγο να κρυώσουν:
α) τα αλατοπιπερώνετε και τα αλευρώνετε
β) τα βουτάτε σ’ ένα πιάτο όπου έχετε χτυπήσει 1 ή 2 αυγά, όπως για μια ομελέτα, και
γ) τα βουτάτε εν συνεχεία σε γαλέτα.
Έχετε έτοιμο το τηγάνι με βούτυρο καυτό, και τα τηγανίζετε λιγάκι, ώσπου να ροδίσει η γαλέτα.
Τα βγάζετε, και είναι έτοιμα!

Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

ΜΑΡΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΣ ΚΙ ΟΤΙ ΘΕΛΕΙ ΚΑΝΕΙ!!!!!!! ΑΠΟ ΧΘΕΣ ΑΦΟΥ ΑΣΤΡΑΨΕ ΚΑΙ ΒΡΟΝΤΗΞΕ ΤΗ ΒΡΟΧΟΥΛΑ ΜΑΣ ΤΗΝ ΕΦΕΡΕ ΤΟ ΣΑΛΙΓΓΑΡΑΚΙ  ΠΡΩΪ ΠΡΩΪ ΕΤΟΛΜΗΣΕ ΝΑ  ΒΓΕΙ ΜΙΑ ΒΟΛΤΙΤΣΑ, ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΛΙΓΟ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΜΗ ΒΡΕΘΕΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΣΤΟ ......ΤΣΟΥΚΑΛΙ
ΤΑ ΑΓΡΙΟΛΟΥΛΟΥΔΑΚΙΑ ΧΑΙΡΟΥΝΤΑΙ ΤΗ ΒΡΟΧΟΥΛΑ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΜΕΝΑ ΕΥΩΔΙΑΖΟΥΝ ΚΑΙ Η ΚΥΡΙΑ ΤΟΛΜΑΕΙ ΤΗΝ ΕΞΟΔΟ ΤΗΣ ΤΙ ΚΙΑΝ ΧΑΛΑΣΕΙ ........Η "ΜΙΖΑΜΠΛΗ" ΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΧΘΕΣ ΤΗΝ ΕΙΧΕ!!!!!!!!! ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΡΤΗ..... ΜΑΡΤΗΣ ΕΙΝΑΙ ΚΙ ΟΤΙ ΘΕΛΕΙ ΚΑΝΕΙ....... ΟΛΟΙ ΕΥΧΑΡΙΣΗΜΕΝΟΙ ΖΟΥΝΕ ΑΥΤΟΙ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΜΕ ΤΟ ΚΑΦΕΔΑΚΙ ΜΑΣ  ΠΑΡΕΟΥΛΑ!!!!!!!!
ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΣΑΣ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ <3

Χταπόδι στιφάδο !!!

Η γευστική σάλτσα του κλέβει την παράσταση !!!

ΥΛΙΚΑ

500γρ. χταπόδι
1 κιλό κρεμμύδια κομμένα σε φέτες
1 σκελίδα σκόρδο λιωμένη
500γρ. ντομάτες φρέσκες ή κονκασέ
1 λεμόνι (ο χυμός του)
1 1/3 φλιτζ. ελαιόλαδο
1-2 φύλλα δάφνης
4-5 κόκκους μπαχάρι
αλάτι-λίγη ζάχαρη
Aν σας αρέσει προσθέστε και μία πράσινη πιπεριά κομμένη λωρίδες προαιρετικά


                                          ΕΚΤΕΛΕΣΗ
Πλένουμε καλά το χταπόδι και τις κόβουμε σε ροδέλες Βάζουμε σε μία κατσαρόλα το λάδι και σοτάρουμε το κρεμμύδι για 3-4  λεπτά. Προσθέτουμε τα κομμάτια χταπόδι και συνεχίζουμε το σοτάρισμα. Προσθέτουμε το σκόρδο, τη ντομάτα, το λεμόνι, τη δάφνη, το μπαχάρι, αλάτι και πιπέρι. Μόλις τα υλικά πάρουν βράση, χαμηλώνουμε τη θερμοκρασία και σιγοβράζουμε μέχρι να μαλακώσει το χταπόδι  περίπου 40  με 50 λεπτά.Ρίχνουμε νερό αν χρειαστεί. Σερβίρουμε ζεστά. 

Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017


ΘΕΛΗΣΑ ΥΣΤΕΡΊΑ ΑΠΟ ΤΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ ΝΑ ΨΑΞΩ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΘΩ ΓΙΑ ΤΟ ΤΟΤΕ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΜΕ ΤΟ ΥΠΟΒΡΥΧΙΟ ΠΟΥ ΠΑΡΑΛΙΓΟ ΝΑ ΜΟΥ ΣΤΕΡΟΥΣΕ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΜΟΥ ΚΑΙ ΠΟΥ ΣΕ ΕΜΕΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΟΠΙΤΕΣ ΜΟΥ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕ ΤΡΟΜΟ ΜΕ ΟΛΗ ΤΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ ΚΑΙ ΒΡΗΚΑ ΑΥΤΟ ΕΔΩ, ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΗΤΑΝ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΕΛΕΓΑΝ ΟΤΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΤΗΚΕ ΚΑΙ ΑΠΟ ΟΤΙ ΑΚΟΥΓΑ ΤΟΤΕ ΕΛΕΓΑΝ ΟΤΙ ΗΤΑΝ ΑΓΓΛΙΚΟ. ΑΥΤΑ ΒΡΗΚΑ 

Δευτέρα 6 Μαρτίου 2017

ΕΝΑ ΛΟΥΛΟΥΔΑΚΙ ΤΑΠΕΙΝΟ ΠΟΥ ΟΥΤΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΚΑΝ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΩ, ΙΣΩΣ ΝΑ ΤΟ ΛΕΝΕ ΖΟΥΜΠΟΥΛΙ ΑΓΡΙΟ, ΗΤΑΝ Η ΕΤΙΑ ΠΟΥ ΣΩΘΗΚΕ ΜΙΑ ΖΩΗ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΛΕΩ ΤΟΤΕ ΓΙΑΤΙ ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΑΣΕΙ ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΕΚΕΙΝΗ
ΕΝΑΣ ΓΕΡΟΝΤΑΚΟΣ ΑΓΑΠΟΥΣΕ ΠΟΛΥ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΠΕΙΡΕ ΜΙΑ ΚΑΤΣΙΚΟΥΛΑ ΤΗ "ΚΑΝΕΛΑ" ΕΤΣΙ ΤΗ ΦΩΝΑΖΕ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΤΗΝ ΕΠΑΙΡΝΕ ΚΑΙ ΤΗ ΠΗΓΑΙΝΕ ΣΕ ΕΝΑ ΛΙΟΧΩΡΑΦΟ ΣΤΑ "ΧΑΜΟΒΟΥΝΙΑ"  ΓΙΑ ΝΑ ΤΗ ΒΟΣΚΗΣΕΙ. ΕΝΑ ΖΕΣΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ ΚΑΘΙΣΜΕΝΟΣ ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΕΝΟΣ ΛΙΟΔΕΝΤΡΟΥ ΠΗΡΕ ΤΟ ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΑΥΤΟ ΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΑΚΙ ΠΙΟ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΚΑΘΟΤΑΝ ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΧΕ ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΓΓΟΝΗ ΠΟΥ ΛΑΤΡΕΥΕ ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ, ΠΗΓΕ ΝΑ ΤΟ ΚΟΨΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟ ΧΑΡΙΣΕΙ ΣΤΟ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ ΤΟΥ ΕΤΣΙ ΤΟ ΕΛΕΓΕ ΚΑΙ ΞΑΦΝΙΚΑ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΗΤΑΝ Η ΕΛΙΑ ΜΙΑ ΣΦΑΙΡΑ ΕΠΕΣΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΑΨΕ ΤΗΝ ΕΛΙΑ Ο ΓΕΡΟΝΤΑΚΟΣ ΣΩΘΗΚΕ ΑΠΟ ΘΑΥΜΑ ΚΑΙ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΤΗ ΧΡΩΣΤΟΥΣΕ Σ ΑΥΤΟ ΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΙ!!!!!
ΗΤΑΝ ΕΙΠΑ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ ΕΓΩ ΚΑΘΕ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΕΙΧΑ ΤΗ ΣΥΝΗΘΕΙΑ ΝΑ ΠΗΓΑΙΝΩ ΣΤΗ ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΚΑΙ ΝΑ ΚΟΙΜΑΜΑΙ ΤΑ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΑ ΜΑΖΙ ΤΗΣ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ ΝΑ ΚΟΙΜΑΜΑΙ ΤΑ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΧΑΝΩ ΩΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΜΟΥ ΓΙΑΥΤΟ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕ ΠΕΙΣΟΥΝ ΝΑ ΚΟΙΜΑΜΑΙ ΠΗΓΑΙΝΑ ΣΤΗΣ ΓΤΑΓΙΑΣ ΜΟΥ ΞΥΠΟΛΗΤΗ , ΜΕ ΑΥΤΟ ΤΟΝ ΟΡΟ ΑΠΟ ΜΕΝΑ ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΟ ΓΙΑ ΕΜΑΣ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΗΤΑΝ ΜΑΓΓΙΑ ΝΑ ΓΥΡΝΑΜΕ ΞΥΠΟΛΙΤΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΗΤΑΝ ΤΟ ΚΗΝΗΤΡΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΟ ΜΟΥ ΥΠΝΟ!!!!! ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΜΠΕΝΩ ΣΤΑ ΓΑΙΓΩΝΟΤΑ 
ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΥΠΝΟ ΞΑΦΝΙΚΑ ΜΑΣ ΞΗΠΝΙΣΑΝ ΦΩΝΕΣ ΟΥΡΛΙΑΧΤΑ ΒΓΕΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΚΑΙ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΚΟΣΜΟ ΠΟΤΑΜΙ ΟΛΟΚΛΥΡΟ ΝΑ ΤΡΕΧΕΙ ΤΡΟΜΑΓΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΦΩΝΑΖΕΙ ΜΕ ΠΕΡΝΕΙ Η ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΧΕΡΙ ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΕΙΜΟΥΝΑ ΞΗΠΟΛΥΤΗ ΑΚΟΥΛΟΥΘΙΣΑΜΕ ΤΟΥΣ ΤΡΟΜΑΓΜΕΝΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΟΥΤΕ ΠΟΥ ΠΗΓΑΙΝΑΜΕ ΞΕΡΑΜΕ ΟΥΤΕ ΓΙΑΤΙ ΤΡΕΧΑΜΕ ΞΕΡΑΜΕ, ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΜΑΘΑΜΕ ΟΤΙ ΣΕ ΕΝΑ ΚΟΛΠΙΣΚΟ ΕΚΕΙ ΣΤΑ ΝΑΥΠΟΙΓΕΙΑ ΠΑΡΟΣΙΑΣΤΗΚΕ ΕΝΑ ΥΠΟΒΡΙΧΕΙΟ ΚΑΙ ΕΡΙΧΝΕ ΣΦΑΙΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΗ ΞΕΡΩΝΤΑΣ ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΤΙΣ ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΩΡΕΣ ΕΤΡΕΧΑΝ ΝΑ ΚΡΙΦΤΟΥΝ ΣΕ ΜΙΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΣΤΟ "ΠΛΑΤΆΝΙ" ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΛΑΚΟΜΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΒΡΟΥΝ ΟΙ ΣΦΑΙΡΕΣ ΜΑΖΙ ΜΕ ΑΥΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΓΩ ΚΑΙ Η ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ Η ΜΑΝΑ ΜΟΥ ΗΤΑΝ ΣΕ ΜΙΑ ΜΟΔΙΣΤΡΑ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ ΣΕ ΕΝΑ ΚΗΠΟ ΠΟΥ ΕΧΑΜΕ ΠΗΓΕ ΝΑ ΠΟΤΥΣΕΙ Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΜΟΥ ΣΤΟ ΚΤΗΜΑ ΚΑΙ ΓΩ ΜΕ ΤΗ ΓΙΑΓΙΑ ΜΟΥ ΣΤΟ "ΠΛΑΤΆΝΙ" ΞΥΠΟΛΗΤΗ ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΣΕ ΑΓΡΙΟΧΟΡΤΑ ΚΑΙ ΠΕΤΡΕΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΩΝΤΑΣ ΚΑΙ ΤΟ Β.... ΜΕ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΟΛΗ ΑΥΤΗ ΤΗ ΦΑΣΑΡΙΑ ΕΙΧΕ ΣΠΑΣΕΙ Η ΒΡΑΚΟΖΩΝΗ ΜΟΥ, ΤΟΤΕ ΗΤΑΝ ΧΕΙΡΟΠΙΕΤΕΣ  ΟΙ ΒΡΑΚΟΖΟΝΕΣ ΜΑΣ ΤΙΣ ΕΠΛΕΚΑΝ ΟΙ ΜΑΝΕΣ ΜΑΣ ΤΟ ΤΙ ΦΟΒΟ ΠΗΡΑ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗ ΜΕΡΑ ΔΕΝ ΛΕΓΕΤΑΙ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΣΥΝΑΝΤΙΘΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΔΩ ΟΤΙ ΟΛΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΛΑ ΓΙΑΤΙ ΚΥΚΛΟΦΩΡΟΥΣΑΝ ΦΙΜΕΣ ΟΤΙ ΚΑΠΙΟΣ ΣΚΟΤΩΘΙΚΕ!!!!!!
  ΓΙΑΤΙ ΗΡΘΕ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΥΠΟΒΡΙΧΕΙΟ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ΚΑΙ ΕΡΙΧΝΕ ΔΕΝ ΤΟ ΕΜΑΘΑ ΠΟΤΕ ΓΙΑΤΙ ΕΙΧΑ ΠΑΘΕΙ ΤΟΣΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΟΚ ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΗΘΕΛΑΝ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΚΟΙ ΜΟΥ ΝΑ ΑΚΟΥΩ ΓΙΑΤΟ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ. ΤΟ ΛΟΥΛΟΥΔΑΚΙ ΑΥΤΟ ΕΣΩΣΕ ΜΙΑ ΖΩΗ ΚΙ ΑΥΤΗ Η ΖΩΗ ΗΤΑΝ Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ ΜΟΥ ΠΟΥ ΤΟΝ ΛΑΤΡΕΥΑ 

Σάββατο 4 Μαρτίου 2017

ΟΙ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ

ΟΙ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ

Τό προσταχθέν μυστικῶς λαβών ἐν γνώσει, 
ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσήφ σπουδῇ ἐπέστη, ὁ Ἀσωματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμῳ·
Ὁ κλίνας τῇ καταβάσει τούς οὐρανούς, χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν Σοί·
Ὅν καί βλέπων ἐν μήτρᾳ Σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζειν Σοι·
Χαίρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τά νικητήρια,
Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν ευχαριστήρια.
Ἀναγράφω Σοι ἡ πόλις Σου, Θεοτόκε.
Ἀλλ᾽ ὡς ἔχουσα τό κράτος ἀπροσμάχητον,
Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον ἵνα κράζω Σοι·
Χαίρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Ἄγγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη, εἰπεῖν τῆ Θεοτόκω το, Χαῖρε· (τρεῖς φορές)
καί σύν τῆ ἀσωμάτω φωνῆ, σωματούμενόν σε θεωρῶν,
Κύριε, ἐξίστατο καί ἵστατο, κραυγάζων πρός αὐτήν τοιαῦτα.

Χαῖρε, δἰ ἦς ἡ χαρά ἐκλάμψει·
χαῖρε, δἰ ἦς ἡ ἀρά ἐκλείψει.
Χαίρε, τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις·
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς·
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον, καί Ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι υπάρχεις Βασιλέως καθέδρα·
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τόν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστήρ ἐμφαίνων τόν Ἥλιον·
χαῖρε, γαστήρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δἰ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις·
χαῖρε, δἰ ἧς βραφουργεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Βλέπουσα ἡ Ἁγία, ἑαυτήν ἐν ἁγνεία, φησί τῶ Γαβριήλ θαρσαλέω·
Τό παράδοξόν σου τῆς φωνῆς, δυσπαράδεκτόν μου τῆ ψυχῆ φαίνεται·
ἀσπόρου γάρ συλλήψεως τήν κύησιν πῶς λέγεις; κράζων·
Ἀλληλούϊα

Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι, ἡ παρθένος ζητοῦσα, ἐβόησε πρός τόν λειτουργοῦντα·
Ἐκ λαγόνων ἁγνῶν, Υἱόν πῶς ἐστι τεχθῆναι δυνατόν; λέξον μοι.
Προς ἥν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόφω, πλήν κραυγάζων οὕτω·

Χαῖρε, βουλῆς ἀποῤῥήτου μύστις·
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τό προοίμιον·
χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τό κεφάλαιον.
Χαῖρε, κλίμαξ ἐπουράνιε, δἰ ἥς κατέβη ὁ Θεός·
χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα τούς ἐκ γῆς πρός οὐρανόν.
Χαῖρε, τό τῶν Ἀγγελων πολυθρύλητον θαῦμα·
χαῖρε, τό τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τό φῶς ἀῤῥήτως γεννήσασα·
χαῖρε, τό πῶς, μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν·
χαῖρε, πιστῶν, καταυγάζουσα φρένας.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Δύναμις τοῦ Ὑψίστου, ἐπεσκίασε τότε, πρός σύλληψιν τῆ Ἀπειρογάμω·
καί τήν εὔκαρπον ταύτης νηδύν, ὡς ἀγρόν ὑπέδειξεν ἡδύν ἅπασι,
τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν, ἐν τῶ ψάλλειν οὕτως·
Ἀλληλούϊα

Ἔχουσα θεοδόχον, ἡ Παρθένος τήν μήτραν, ἀνέδραμε πρός τήν Ἐλισάβετ·
τό δέ βρέφος ἐκείνης εὐθύς, ἐπιγνόν τόν ταύτης ἀσπασμόν, ἔχαιρε·
καί ἅλμασιν ὡς ἄσμασιν, ἐβόα πρός τήν Θεοτόκον.

Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμαράντου κλῆμα·
χαῖρε, καρποῦ ἀκηράτου κτῆμα.
Χαῖρε, γεωργόν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον·
χαῖρε, φυτουργόν τῆς ζωῆς ἡμῶν φύουσα.
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν·
χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.
Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις·
χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.
Χαῖρε, δεκτόν πρεσβείας θυμίαμα·
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρός θνητούς εὐδοκία·
χαῖρε, θνητῶν πρός Θεόν παρρησία.
Χαίρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων, λογισμῶν ἀμφιβόλων, ὁ σώφρων Ἰωσήφ ἐταράχθη,
πρός τήν ἄγαμόν σε θεωρῶν, καί κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε·
μαθών δέ σου τήν σύλληψιν έκ Πνεύματος ἁγίου, ἔφη·
Ἀλληλούϊα

Ἥκουσαν οἱ Ποιμένες, τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων, τήν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν·
καί δραμόντες ὠς πρός Ποιμένα, θεωρούσι τοῦτον ὡς ἀμνόν ἄμωμον,
ἐν τῆ γαστρί Μαρίας βοσκηθέντα, ἥν ὑμνοῦντες εἶπον.

Χαῖρε, ἀμνοῦ καί ποιμένος Μήτηρ·
χαῖρε, αὐλή λογικῶν προβάτων.
Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον·
χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.
Χαῖρε, ὅτι τά οὐράνια συναγέλλεται τῆ γῆ·
χαῖρε, ὅτι τά ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τό ἀσίγητον στόμα·
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τό ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, στερρόν τῆς πίστεως ἔρεισμα·
χαῖρε, λαμπρόν τῆς χάριτος γνώρισμα.
Χαῖρε, δἰ ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης·
χαῖρε, δἰ ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Θεοδρόμον Ἀστέρα, θεωρήσαντες Μάγοι, τῆ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλη·
και ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν, δἰ αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιόν Ἄνακτα·
καί φθάσαντες τόν ἄφθαστον, ἐχάρησαν, αὐτῶ βοῶντες.
Ἀλληλούϊα

Ἴδον παῖδες Χαλδαίων, ἐν χερσί τῆς Παρθένου, τόν πλάσαντα χειρί τούς ἀνθρώπους·
καί Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν, εἰ καί δούλου ἔλαβε μορφήν,
ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι, καί βοῆσαι τῆ Εὐλογημένη.

Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ·
χαῖρε, αὑγή μυστικῆς ἡμέρας.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τήν κάμινον σβέσασα·
χαῖρε τῆς Τριάδος τούς μύστας φωτίζουσα.
Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον, ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς·
Χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.
Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας·
χαῖρε, ἡ τοῦ βορβόρου ῥυομένη τῶν ἔργων.
Χαῖρε, πυρός προσκύνησιν παύσασα·
χαῖρε, φλογός παθῶν ἀπαλλάτουσα.
Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγέ σωφροσύνης·
χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κήρυκες θεοφόροι γεγονότες οἱ Μάγοι, ὑπέστρεψαν εἰς τήν Βαβυλῶνα·
ἐκτελέσαντές σου τόν χρησμόν, καί κηρύξαντές σε τόν Χριστόν ἅπασιν,
ἀφέντες τόν Ἡρώδην ὡς ληρώδη, μή εἰδότα ψάλλειν.
Ἀλληλούϊα

Λάμψας ἐν τῆ Αἰγύπτω, φωτισμόν ἀληθείας, ἐδίωξας τοῦ ψεύδους τό σκότος·
τά γάρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ, μή ἐνεγκαντά σου τήν ἰσχύν πέπτωκεν·
οἱ τούτων δέ ῥυσθέντες, ἐβόων πρός τήν Θεοτόκον.

Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων·
χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τήν πλάνην πατήσασα·
χαῖρε, τῶν εἰδώλων τόν δόλον ἐλέγξασα.
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα, Φαραώ τόν νοητόν·
χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα, τούς διψῶντας τήν ζωήν.
Χαῖρε, πύρινε στῦλε, οδηγῶν τούς ἐν σκότει·
χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου, πλατυτέρα νεφέλης.
Χαῖρε, τροφής τοῦ Μάννα διάδοχε·
χαῖρε τρυφῆς ἁγίας διάκονε.
Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας·
χαῖρε, ἐξ ἦς ῥέει μέλι καί γάλα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μέλλοντος Συμεῶνος, τοῦ παρόντος αἰῶνος, μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος,
ἐπεδόθης ὡς βράθος αὐτῶ, ἀλλ' ἐγνώσθης τούτῳ καί Θεός τέλειος·
διόπερ ἐξεπλάγη, σου ήν ἄῤῥητον σοφίαν, κράζων:
Ἀλληλούϊα

Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης, ἡμῖν τοῖς ὑπ'  αὐτοῦ γενομένοις·
ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός, καί φυλάξας ταύτην, ὥσπερ ἦν ἄφθορον·
ἵνα τό θαῦμα βλέποντες, ὑμνήσωμεν αὐτήν, βοῶντες·

Χαῖρε, τό ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας·
χαῖρε, τό στέφος τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα·
χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τόν βίον ἐμφαίνουσα.
Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον,
ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί·
χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ'  οὗ σκέπτονται πολλοί.
Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγόν πλανωμένοις·
χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτήν αἰχμαλώτοις.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις·
χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγxώρησις.
Χαῖρε, στολή τῶν γυμνῶν παῤῥησίας·
χαῖρε, στοργή πάντα πόθον νικῶσα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενοθῶμεν τοῦ κόσμου, τόν νοῦν εἰς αὐρανόν μεταθέντες·
διά τοῦτο γάρ ὁ ὑψηλός Θεός, ἐπί γῆς ἐφάνη ταπεινός ἄνθρωπος,
 βουλόμενος ἑλκύσαι πρός τό ὕψος, τούς αὐτῶ βοῶντας·
Ἀλληλούϊα

Ὅλως ἦν ἐν τοῖς κάτω, καί τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος.
Λόγος· συγκατάβασις γάρ Θεϊκή, οὐ μετάβασις δέ τοπική γέγονε·
καί τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου, ἀκουούσης ταῦτα·

Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα·
χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.
Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα·
χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπί τῶν Χερουβείμ·
χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπί τῶν Σεραφείμ.
Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτό ἀγαγοῦσα·
χαῖρε, ἡ παρθενίαν καί λοχείαν ζευγνῦσα.
Χαῖρε, δἰ ἧς ἐλύθη παράβασις·
χαῖρε, δἰ ἧς ἠνοίχθη Παράδεισος.
Χαῖρε, ἡ κλείς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας·
χαῖρε, ἐλπίς ἀγαθῶν αἰωνίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων, κατεπλάγη τό μέγα, τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον·
τόν ἀπρόσιτον γάρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτόν ἄνθρωπον,
ἡμῖν μέν συνδιάγοντα, ἀκούοντα δέ παρά πάντων οὕτως·
Ἀλληλούϊα

Ρήτορας, πολυφθόγγους ὡς ἰχθύας ἀφώνους, ὁρῶμεν ἐπί σοί Θεοτόκε·
ἀποροῦσι γάρ λέγειν το, πῶς και Παρθένος μένεις, καί Παρθένος μένεις, καί τεκεῖν ἴσχυσας·
ἡμεῖς δέ τό Μυστήριον θαυμάζοντες, πιστῶς βοῶμεν.

Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον·
χαῖρε προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα·
χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἀλέγχουσα.
Χαῖρε, ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοί συζητηταί·
χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθυσαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τάς πλοκάς διασπῶσα·
χαῖρε, τῶν ἁλιέων τάς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα·
χαῖρε, πολλούς ἐν γνώσει φωτίζουσα
Χαῖρε, ὁλκάς τῶν θελόντων σωθῆναι·
χαῖρε, λιμήν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σῶσαι θέλων τόν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων Κοσμήτωρ, πρός τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε·
καί ποιμήν ὑπάρχων ὡς Θεός, δἰ ἡμάς ἐφάνη καθ' ἡμᾶς ἄνθρωπος·
ὁμοίω γάρ τό ὅμοιον καλέσας, ὡς θεός ἀκούει.
Ἀλληλούϊα

Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, καί πάντων τῶν εἰς σά προστρεχόντων·
ὁ γάρ τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, κατεσκεύασέ σε Ποιητής Ἄχραντε,
οἰκήσας ἐν τῆ μήτρα σου, καί πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας.

Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας·
χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτηρίας.
Χαῖρε, ἀρχηγέ νοητῆς ἀναπλάσεως·
χαῖρε, χορηγέ θεϊκῆς ἀγαθότητος.
αῖρε, σύ γάρ ἀνεγέννησας τούς συλληφθέντας αἰσχρώς·
χαῖρε, σύ γάρ ἐνουθέτησας τούς συληθέντας τόν νοῦν.
Χαῖρε, ἡ τόν φθορέα τῶν φρενῶν καταργούσα·
χαῖρε, ἡ τόν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.
Χαῖρε, παστάς ἀσπόρου νυμφεύσεως·
χαῖρε, πιστούς Κυρίω ἁρμόζουσα.
Χαῖρε, καλή κουροτρόφε παρθένων·
χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε Ἁγίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται, συνεκτείνεσθαι σπεύδων, τῶ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου· ἰσαρίθμους γάρ τῆ ψάμμω ὠδάς, ἄν προσφέρωμέν σοι,
Βασιλεῦ ἅγιε, οὐδέν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν, τοῖς σοί βοῶσιν.
Ἀλληλούϊα

Φωτοδόχον λαμπάδα, τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν, ὁρώμεν τήν ἁγίαν Παρθένον·
τό γάρ ἄϋλον ἅπτουσα φῶς, ὁδηγεῖ πρός γνῶσιν θεϊκήν ἅπαντάς,
αὐγῆ τόν νοῦ φωτίζουσα, κραυγῆ δέ τιμωμένη ταῦτα.

Χαῖρε, ἀκτίς νοητοῦ Ἡλίου·
χαῖρε, βολίς τοῦ ἀδύτου φέγγους.
Χαῖρε, ἀστραπή τάς ψυχάς καταλάμπουσα·
χαῖρε, ὡς βροντή τούς ἐχθρούς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι τόν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν'
χαῖρε, ὅτι τόν πολύρρυτον ἀναβλύζεις ποταμόν.
Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τόν τύπον·
χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τόν ρύπον.
Χαῖρε, λουτήρ ἐκπλύνων συνείδησιν·
χαῖρε, κρατήρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.
Χαῖρε, ὀσμή τῆς Χριστοῦ εὐωδίας·
χαῖρε, ζωή μυστικής εὐωχίας.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χάριν δοῦναι θελήσας, ὀφλημάτων ἀρχαίων, ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων,
ἐπεδήμησε δἰ ἑαυτοῦ, πρός τούς ἀποδήμους τῆς αὑτοῦ χάριτος·
καί σχίσας τό χειρόγραφον, ἀκούει παρά πάντων οὕτως.
Ἀλληλούϊα

Ψάλλοντές σου τόν Τόκον, ἀνυμνοῦμέν σε πάντες, ὡς ἔμψυχον ναόν, Θεοτόκε·
ἐν τῆ σῆ γάρ οἰκήσας γαστρί, ὁ συνέχων πάντα τῆ χειρί Κύριος,
ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοι πάντας.

Χαῖρε, σκηνή τοῦ Θεοῦ καί Λόγου·
χαῖρε, Ἁγία Ἁγίων μείζων.
Χαῖρε, Κιβωτέ χρυσωθεῖσα τῶ Πνεύματι·
χαῖρε, θησαυρέ τῆς ζωής ἀδαπάνητε.
Χαῖρε, τίμιον διάδημα, βασιλέων εὐσεβῶν·
χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον Ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος·
χαῖρε, τῆς βασιλείας τό ἀπόρθητον τεῖχος.
Χαῖρε, δἰ ἧς ἐγείρονται τρόπαια·
χαῖρε, δἰ ἧς ἐχθροί καταπίπτουσι.
Χαῖρε, χρωτός τοῦ ἐμοῦ θεραπεία·
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὤ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τόν πάντων Ἀγίων ἁγιώτατον Λόγον (τρεῖς φορές)
δεξαμενή τήν νῦν προσφοράν, ἀπό πάσης ρῦσαι συμφορᾶς ἅπαντάς·
καί τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως, τούς σοί βοῶντας.
Ἀλληλούϊα